The female forms created by Helene Pavlopoulou compose hybrid landscapes, hovering between reality and imaginary concepts. The components of her private mythology – familiar from previous groups of works – are present and continue to evolve: coexistence; a juxtaposition with magnified species from the animal kingdom; a palimpsest script that reveals successive layers of chromatic processing; biomorphic or plant-based decorative motifs that form a new cycle of life, each permeating the other, so that any distinction between content and that which houses it becomes indistinct.
The female form, as packaging, is impregnated with the qualities of the material on which it exists and mutates successively into an archetypal womb, a sentient force, a sensuous form, an explosive energy. The element which differentiates her recent canvases is the golden colour that diffuses through of the painted surface, either as a bright substrate, or as a generative material, endowing the oeuvre of this talented artist with the symbolic weight of a ritual. Her figures gain emblematic dimensions, and function as distillations of a timeless universe, where the most unorthodox encounters are rendered powerful: Is this a reversion to an Utopian golden age, an invocation for the harmonious cohabitation of mankind and our natural environment in a mythic Arcadian landscape, or a philosophical treatise on the contemporary versions of femininity utilising the media of the visual arts?
The oeuvre of Helene Pavlopoulou has developed around the axis of conceptualising the feminine form, the cultural burden of inherited representations which she personally handles, glorifies and transcends seeking a contemporary interpretation that does not hesitate to pair mysterious attraction with lurking threat. This is why her images skilfully balance between the seductiveness of beauty, of sexual challenge and subliminal disquiet, highlighting a multi-faceted, psychological portrait.
Φέτος, πρώτα στο Λονδίνο -στην γκαλερί St. Hoppen, Οκτώβριος 2010- κι έπειτα στο Παρίσι -στην γκαλερί Sibman, Φεβρουάριος 2011-, καταξιώθηκε απόλυτα διεθνώς η πολύ σημαντική και ήδη προ πολλού αναγνωρισμένη στην Ελλάδα δημιουργός Ελένη Παυλοπούλου.
Γεννημένη ζωγράφος και προικισμένη με ένα πολύ δυναμικό ταλέντο, η Παυλοπούλου είχε ήδη εδώ και 7 χρόνια αποσπάσει όχι μόνο το ενδιαφέρον, αλλά και το θαυμασμό του τότε διευθυντή του Μουσείου Ροντέν στο Παρίσι, κ. J. Vilain, όταν πρωτοείδε έργο της στην αίθουσα του Μικρού Συμβουλίου του τότε διοικητή της Εθνικής Τράπεζας κ. Θ. Καρατζά.
Γεννημένη στην Κυπάρισσο Λάρισας, η χαρισματική ζωγράφος σπούδασε με υποτροφία του ΙΚΥ στην ΑΣΚΤ (1992-1997), με καθηγητές τους Δ. Μυταρά, ζωγραφική, και Γ. Παπαδάκη, χαρακτική. Στην ΑΣΚΤ έκανε, και πάλι ως υπότροφος του ΙΚΥ, το μεταπτυχιακό της με καθηγητή τον Τ. Χριστάκη.
Από την πρώτη της κιόλας εμφάνιση -στον Αστρολάβο, το 2001-, η ζωγράφος, που τολμούσε από την αρχή της σταδιοδρομίας της να φιλοτεχνεί έργα μεγάλων διαστάσεων, διακρίθηκε για τον εντελώς προσωπικό χαρακτήρατης εικαστικής της έκφρασης, την ποιότητα του με-τιέ, την ικανότητα της για σύνθεση και την πρωτότυπη, μέχρι και ιδιωματική, οπτική γωνία με την οποία όχι έβλεπε απλά, αλλά ένιωθε το θέμα της. Ήδη από τα πρώτα εκείνα βήματα, η δουλειά της είχε έναν έντονα μεταφυσικό χαρακτήρα. Γνώρισμα που αξιοποιείτο ιδιαίτερα μέσ' από την ευαισθησία της ως προς το χρώμα. Σε ένα χαρισματικό μεταίχμιο ανάμεσα στο παραστατικό και στο αφηρημένο, η δημιουργός μάγευε μέσ' από την ιδιόμορφη και σε μια άμεση διασύνδεση με τους χρωματικούς τόνους κλίμακα των εικονιζόμενων. Συγχρόνως ονειρικά και ρεαλιστικά πρόβαλλαν τα όποια τοπία της, χάρη στον υποβλητικό χειρισμό του χρώματος - φωτός. Μέσ' από τις φωτεινές αναλαμπές, που, σχεδόν στην κυριολεξία, έπλαθαν τα όποια σχήματα στους πίνακες της, η Παυλοπούλου μας υποδείκνυε έναν άφαντο αλλά υπαρκτό κόσμο, αλληλέγγυο εκείνου που συλλαμβάνουμε με τις αισθήσεις.
Το βαθύ κόκκινο χρώμα, οι τόνοι του μπλε, η ώχρα και το κίτρινο - χρυσαφί ήταν από την πρώτη της κιόλας δουλειά οι στυλοβάτες της παλέτας της. Τέλος, χάρη στην οπτική γωνία με την οποία βίωνε τη σύνθεση της, εναρμονίζοντας τη με την γκάμα των χρωμάτων, κατόρθωνε να μας υποβάλλει σφαιρικά την υπόσταση του εκάστοτε ερεθίσματόςτης. Κι αυτό επειδή, μέσ' από την εξωτερική όψη μας ενθάρρυνε χαρισματικά να διεισδύσουμε στην «εσώτερη» και σχεδόν απόκρυφη για να μας διαμηνύσει ότι πνεύμα και ύλη δεν αποτελούν παρά τις δύο διαιρετικές όψεις μίας και της αυτής υπέρτατης αλήθειας, δηλαδή της ενέργειας που διέπει το σύμπαν.
Το βαθύ κόκκινο χρώμα, οι τόνοι του μπλε, η ώχρα και το κίτρινο - χρυσαφί ήταν από την πρώτη της κιόλας δουλειά οι στυλοβάτες της παλέτας της. Τέλος, χάρη στην οπτική γωνία με την οποία βίωνε τη σύνθεση της, εναρμονίζοντας τη με την γκάμα των χρωμάτων, κατόρθωνε να μας υποβάλλει σφαιρικά την υπόσταση του εκάστοτε ερεθίσματόςτης. Κι αυτό επειδή, μέσ' από την εξωτερική όψη μας ενθάρρυνε χαρισματικά να διεισδύσουμε στην «εσώτερη» και σχεδόν απόκρυφη για να μας διαμηνύσει ότι πνεύμα και ύλη δεν αποτελούν παρά τις δύο διαιρετικές όψεις μίας και της αυτής υπέρτατης αλήθειας, δηλαδή της ενέργειας που διέπει το σύμπαν.
Το χαρακτήρα ενός διαχρονικά αρχέτυπου έργου διατήρησαν κι εμπλούτισαν με ανανεωμένες λύσεις οι συνθέσεις της καλλιτέχνιδας από την ενότητα «Κιβωτός» (2004) που παρουσίασε και πάλι στον Αστρολάβο. Εδώ, με επίκεντρο τη βάρκα/κιβωτό παρατηρούμε μεγαλύτερη τάση αφαίρεσης, ενώ συγχρόνως υποβάλλονται στο θεατή μύριες όσες εικαστικές προκλήσεις για άδηλους, πλην όμως υπαρκτούς, κόσμους.
Καθώς η σημαντική καλλιτέχνιδα δεν αρκείται ποτέ στα κεκτημένα, αλλά συνεχώς ως γνήσια δημιουργός αναζητεί με πάθος μια εκ των ένδον ανανέωση της γραφήςτης, επισημαίνουμε στην αμέσως μεταγενέστερη ενότητα έργων της, «Οι μετανάστες του έρωτα», τη διείσδυση της ανθρώπινης φιγούρας. Διείσδυση που δεν ανατρέπει, αλλά, τουναντίον, εμπλουτίζει σε έρμα τον κύκλο των δημιουργιών της, καθώς εδώ οι όποιες ανθρώπινες μορφές είναι ιδωμένες και βιωμένες «ως προς την ουσιαστική τους υπόσταση» και όχι επιδερμικά χάριν μιας αλλαγής.
Το έντονα μεταφυσικό στοιχείο - στοιχειό ενυπάρχει μέσ' από τις διασυνδέσεις μορφών και σχημάτων. Διασυνδέσεις που αξιοποιούνται και πάλι μέσ' από τη βαθιά αίσθηση της καλλιτέχνιδας ως προς το χρώμα. Παρουσίες στο μεταίχμιο ανάμεσα στην πραγματικότητα και στο όραμα, οι μορφές που απεικονίζονται εδώ, σε συνάρτηση με την όλη σύνθεση και το χρώμα, δείχνουν «υποβολείς» μιας «άλλης», άδηλης αλλά ισότιμα υπαρκτής πραγματικότητας.
Δημιουργική συνέχεια αυτής της δουλειάς ήταν η ενότητα «Των αφανών νυφών· ωδές και ελεγεία», με πρωταγωνίστρια τη γυναικεία, θαλερή, μοναχική, αισθησιακή και συνάμα αρχέτυπη μορφή (2009).
Μορφή που συνυπάρχει με μεγάλα σε κλίμακα και μεταφυσικά σε παράστημα λουλούδια που προβάλλουν σαν σύμβολα θηλυκότητας.
Κορύφωση της μέχρι τώρα σταδιοδρομίας της Παυλοπούλου ήταν η ατομική της έκθεση τον περασμένο Φεβρουάριο στο Παρίσι, στην γκαλερί Sibman.
Πράγματι, ακτινοβολούσαν σε χρώμα στο χώρο της αίθουσας τα σχεδόν χρυσοποίκιλτα αυτά έργα με τις επιβλητικές και θεικές σε παράστημα γυναικείες μορφές. Μορφές που συνοδεύονται από σύμβολα-αρχέτυπα,με αναφορές στην ευρύτερα εννοημένη μυθολογία.
Υπάρχει κάτι το έντονα ιερατικό εδώ, που προβάλλει σε εκσυγχρονισμένη και συνάμα διαχρονική μορφή, ώστε να εντυπωσιάζει,ουσιαστικά τον θεατή.
Αποφεύγοντας κάθε κίνδυνο διακοσμητικότητας,τα έργα αυτά αποτελούν μια διαπασών στη μέχρι τώρα πορεία της Παυλοπούλου,καθώς έχει κατορθώσει να ενορχηστρώσει εδώ μια όσο γίνεται πιο υποβλητική προσωπική μυθολογία.
Ειδικότερα στο έργο "Βλέμματα" οι δύο κουκουβάγιες εκατέρωθεν της πολυτελώς ενδεδυμένης γυναικείας μορφής προβάλλουν αινιγματικά σύμβολα μιας εκσυγρονισμένης μυθολογίας. Το ίδιο και στο χρυσό σε φόντο έργο "Αθηνά" η γυναικεία περιβεβλημένη μια πολυτελή τουαλέτα μορφή, δίπλα στην επιβλητική κουκουβάγια, αποκτά μια δημιουργικά αναθεωρημένη υπόσταση που κεντρίζει τη φαντασία του θεατή. Στο έργο "Έρως" το χορευτικό πάθος της γυναικείας μορφής αντισταθμίζεται από το ιδιωματικά δοσμένο ζώο δίπλα της ,ενώ στο Ρόδο,το Αμάραντο, θαυμάζουμε τη γυανίκα - ιέρεια, που προβάλλει σε ένα μυσταγωγικά δοσμένο μέσ'από διαφορετικές αποχρώσεις του μπλέ φόντο κρατώντας ένα βρέφος -αρχέτυπο.
Η Παυλοπούλου αποδίδοντας με έναν διαφορετικό αλλά πάντοτε υποβλητικό τρόπο το μυσταγωγικό/μεταφυσικό στοιχείο-στοιχειό ,κατορθώνει,άλλοτε μέσ'από το χρώμα και τη χάρη σε αυτό ενορχήστρωση της σύνθεσης και άλλοτε μέσ'απ' την ταυτότητα και τους τρόπου απόδοσης των μορφών, να υποβάλλει πάντοτε ένα υπερβατικό μήνυμα.Μήνυμα που χαράζει μέσα μας -τόσο ψυχολογικό όσο και πνευματικό- ανθεχτικές στον χρόνο εντυπώσεις.
Εντυπώσεις που, καθώς δεν είναι επιδερμικές,αποτελούν καίριες αφορμές για πολλές από μέρους μας δημιουργικές αναγνώσεις και διεργασίες.Ποιεί, πάντοτε, η άξια καλλιτέχνιδα ένα διττό σε υπόσταση έργο, καθώς, πέρα από το καθαρά εικαστικό μέρος, επεξεργάζεται με έναν καθαρά ποιητικό τρόπο τα όποια ερεθίσματά της. Επεξεργασία που, αποκλείοντας κάθε κάλεσμα απατηλών σειρήνων και επιδερμικών συρμών, αποκαλύπτει σε όλο της το εύρος τη δυναμική προσωπικότητα της ζωγράφου που κατορθώνει να υποβάλλει με μια ενδεικτική ενάργεια το μεταφυσικό μέσ' από το φυσικό,το άυλο μεσ' από το υλικό.